Σε έναν κόσμο που αλλάζει, και μαζί του αλλάζουν και οι συνήθειες που ζούμε, το κρασί χωρίς αλκοόλ κερδίζει έδαφος. Η ερώτηση όμως παραμένει επίκαιρη και πολυσυζητημένη: είναι αυτή η άνοδος μια περαστική μόδα ή μήπως πρόκειται για μια βαθύτερη μετατόπιση στις οινικές μας προτιμήσεις;
Η ιστορία των μη αλκοολούχων κρασιών δεν είναι νέα. Από τη δεκαετία του ’80 κυκλοφορούν στην αγορά, χωρίς ωστόσο να αποσπάσουν την προσοχή του ευρύτερου κοινού. Σήμερα, όμως, το σκηνικό έχει αλλάξει. Η σύγχρονη τάση που προάγει την υγιεινή ζωή, τη νηφαλιότητα και τη συνειδητή κατανάλωση έχει επαναφέρει τα κρασιά χωρίς αλκοόλ στο προσκήνιο, και μάλιστα με αξιώσεις.
Η στροφή αυτή δεν είναι αδικαιολόγητη. Οι καταναλωτές, ιδιαίτερα οι νεότερες γενιές, ζητούν ποιοτικά προϊόντα που να ταιριάζουν στον τρόπο ζωής τους: θέλουν να απολαμβάνουν τη γευστική εμπειρία, χωρίς τις επιπτώσεις του αλκοόλ. Η αγορά ανταποκρίνεται με ταχύτητα. Νέες ετικέτες, εξελιγμένες τεχνολογίες dealcoholisation, ακόμα και luxury προσεγγίσεις κάνουν την εμφάνισή τους στα ράφια και στα ποτήρια μας.
Ωστόσο, όπως κάθε κοινωνικό φαινόμενο, έτσι και αυτό παραμένει ευμετάβλητο. Οι τάσεις δεν κρατούν για πάντα. Η δημοτικότητα των AF (Alcohol-Free) κρασιών ενδέχεται να φτάσει σε ένα σημείο κορεσμού, όπως συνέβη στο παρελθόν με άλλα “υγιεινά” προϊόντα. Το κρασί, εξάλλου, κουβαλά βαθιές πολιτισμικές και αισθητηριακές αξίες που είναι δύσκολο να απογυμνωθούν από την αλκοολική τους υπόσταση.
Τι σημαίνει αυτό για τα οινοποιεία; Ότι χρειάζεται σύνεση. Δεν είναι η ώρα για μαζικές παραγωγές. Αντίθετα, η ενσωμάτωση ενός ή δύο μη αλκοολούχων κρασιών στο χαρτοφυλάκιο ενός οινοποιείου μπορεί να λειτουργήσει θετικά, τόσο εμπορικά όσο και επικοινωνιακά. Με μέτρο, με ποιότητα και με διαρκή παρακολούθηση των εξελίξεων.
Ίσως όμως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της τάσης να είναι το εξής: για να φτιαχτεί ένα καλό κρασί χωρίς αλκοόλ, χρειάζεται καλό σταφύλι. Και αυτό σημαίνει ότι πολλοί αμπελώνες, οικογενειακοί, ιστορικοί, περιθωριοποιημένοι, ξαναβρίσκουν νόημα ύπαρξης. Οι αμπελοκαλλιεργητές που για χρόνια έδιναν μάχη με τη φθίνουσα ζήτηση, βλέπουν τώρα μια νέα ευκαιρία να συνεχίσουν το έργο τους. Όχι με κρασί για παλαίωση, αλλά με κρασί για το σήμερα. Ίσως και για το αύριο.
Η μετάβαση δεν είναι εύκολη. Το κρασί χωρίς αλκοόλ δεν θα αντικαταστήσει ποτέ το κλασικό κρασί, και ίσως δεν πρέπει. Αλλά μπορεί να σταθεί πλάι του. Ως επιλογή, ως εναλλακτική, ως καθρέφτης μιας εποχής που αναζητά μέτρο, νόημα και ισορροπία.
Στην τελική, το κρασί, με ή χωρίς αλκοόλ, είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα ποτό. Είναι μια αφήγηση. Και κάθε αφήγηση έχει το δικαίωμα να εξελίσσεται.